Μπότοξ (Botox)

Το botox, ή αλλιώς βοτουλινική τοξίνη, αποτελεί την κατ’ εξοχήν θεραπεία για τη μείωση των ρυτίδων έκφρασης κυρίως στο μέτωπο, το μεσόφρυο και το «πόδι της χήνας».  Έχουν πραγματοποιηθεί εκατομμύρια επιτυχημένες εφαρμογές από το 1997 έως σήμερα, με το ποσοστό ικανοποίησης να ξεπερνά το 97%.

Το bοtοx είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία για τις δυναμικές ρυτίδες του προσώπου, δηλαδή τις ρυτίδες που δημιουργούνται από συνηθισμένες εκφράσεις, όπως είναι το γέλιο, η έκπληξη, η συνοφρύωση, ο θυμός και άλλες. Οι μυϊκοί σπασμοί που πραγματοποιούνται τη στιγμή της έκφρασης προκαλούν στο δέρμα λεπτές ή βαθύτερες ρυτίδες. Οι στατικές ρυτίδες από την άλλη πλευρά δεν ανταποκρίνονται στο Botox. Η θεραπεία για τις στατικές ρυτίδες μπορεί να απαιτήσει συνδυασμό άλλων αισθητικών θεραπειών, όπως εμφυτεύματα υαλουρονικού, θεραπεία με plasma pen, χημικό πήλινγκ ή μεσοθεραπεία.

Στην περίπτωση των δυναμικών ρυτίδων το bοtοx δρα στη ρίζα του προβλήματος, καθώς έχει τη δυνατότητα να μπλοκάρει την κινητικότητα των μυών (δερματικούς ή μιμικούς μυς) και επομένως να αποτρέπει την εμφάνιση ρυτίδων στο υπερκείμενο δέρμα. Bασίζεται στην έγχυση μιας ειδικής νευροτοξίνης, της λεγόμενης βοτουλινικής τοξίνης τύπου Α ή αλλιώς αλλαντικής τοξίνης, η οποία όταν εφαρμόζεται στην ενδεικνυόμενη δοσολογία είναι απολύτως ασφαλής για τον οργανισμό.

Αν και το αποτέλεσμα είναι θεαματικό, δεν αλλάζει ριζικά την όψη του προσώπου. Οι μύες απλά χαλαρώνουν και το πρόσωπο αποκτά ξεκούραστη όψη, καθώς το δέρμα δεν «τσαλακώνεται» σε κάθε μυϊκή σύσπαση. Με τη σωστή εφαρμογή εξασφαλίζεται η διατήρηση της εκφραστικότητας και αποφεύγεται το λεγόμενο «παγωμένο πρόσωπο» (frozen face).

Η συνεδρία διαρκεί περίπου 10-20 λεπτά. Το τελικό αποτέλεσμα γίνεται ορατό στις 10-15 μέρες μετά την εφαρμογή του οπότε και επαναπρογραμματίζεται ένα ακόμα ραντεβού, ώστε να αξιολογηθεί αν τυχόν ορισμένα σημεία χρήζουν ενίσχυσης (retouch). . Η δράση του διαρκεί από 3 έως 6 μήνες, αναλόγως της κινητικότητας των μυών του προσώπου, της ηλικίας του ασθενή και του τύπου του δέρματός του.

Δεν απαιτείται η εφαρμογή κάποιου είδους αναισθησίας, αφού η θεραπεία είναι από εντελώς ανώδυνη έως πολύ καλά ανεκτή σε επίπεδο πόνου, ούτε χρειάζεται κάποιο διάστημα αποθεραπείας. Η επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες είναι άμεση, γι’ αυτό και έχει χαρακτηριστεί lunch break treatment.

Πριν τη θεραπεία

  • Μία βδομάδα νωρίτερα, συστήνεται να διακόψετε τη λήψη φαρμακευτικών σκευασμάτων ή συμπληρωμάτων διατροφής που αυξάνουν τον χρόνο πήξης του αίματος, όπως ασπιρίνη, ιβουπροφένη, αντιπηκτικά, βιταμίνη Ε, Ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, gingko biloba και ginseng. Με τον τρόπο αυτόν, ελαχιστοποιείται η πιθανότητα να εμφανιστούν μώλωπες στα σημεία των εγχύσεων μετά τη διαδικασία.
  • Αποφύγετε την κατανάλωση αλκοόλ μια εβδομάδα πριν από τη θεραπεία.

Μετά τη θεραπεία

  • Συστήνεται να αποφύγετε την έντονη σωματική άσκηση και τις βαριές χειρονακτικές εργασίες για 2-3 ημέρες.
  • Αποφύγετε να αγγίζετε ή να πειράζετε την περιοχή της θεραπείας για τις επόμενες τουλάχιστον 6 ώρες μετά την εφαρμογή. Αντενδείκνυται οποιοδήποτε μασάζ ή πίεση στην περιοχή.
  • Αποφύγετε να κοιμηθείτε για τις επόμενες τουλάχιστον 3-4 ώρες μετά τη θεραπεία, ώστε να μην τρίψετε ή πιέσετε ασυναίσθητα την περιοχή της εφαρμογής. Το πρώτο βράδυ μετά την εφαρμογή, προτιμήστε να κοιμηθείτε με το κεφάλι σας υπερυψωμένο χρησιμοποιώντας έξτρα μαξιλάρια.
  • Καλό θα ήταν να αποφύγετε να εφαρμόσετε κρέμες ή μακιγιάζ στο πρόσωπο σας τις επόμενες 6 ώρες.
  •  Αν εμφανίσετε μώλωπες στα σημεία των εγχύσεων μπορείτε να εφαρμόσετε τοπικά μια κρέμα με άρνικα.

Παρενέργειες

Όταν ο γιατρός χρησιμοποιεί σωστή τεχνική και την κατάλληλη δοσολογία βοτουλινικής τοξίνης η εμφάνιση παρενεργειών είναι σπάνια. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστούν ήπιες και παροδικές παρενέργειες, όπως πόνος, οίδημα ή μώλωπες στα σημεία των εγχύσεων, ερυθρότητα στο πρόσωπο και σπάνια πτώση του βλεφάρου ή ανομοιόμορφα φρύδια, πονοκέφαλος, ξηροφθαλμία ή δακρύρροια. Είναι φαινόμενα παροδικά που υποχωρούν και δεν χρήζουν ανησυχίας.

Αντενδείξεις

Παρότι δεν υπάρχουν έρευνες που να δείχνουν ότι το botox είναι βλαβερό σε περίπτωση εγκυμοσύνης ή θηλασμού, είναι καλύτερα να αποφεύγεται η έγχυση μιας τοξίνης σε εγκύους ή θηλάζουσες γυναίκες. Μόλις ολοκληρωθεί η περίοδος της γαλουχίας κι αφού περάσει ένα μικρό χρονικό διάστημα για να επανέλθουν οι ορμόνες σε φυσιολογικά επίπεδα, οι ασθενείς μπορούν να επιστρέψουν κανονικά στις θεραπείες botox.

Η εφαρμογή του μπότοξ αντενδείκνυται σε όσους είναι αλλεργικοί στην βοτουλινική τοξίνη και σε όσους έχουν διαγνωστεί με βαριά μυασθένεια. Επίσης είναι απαγορευτικό αν στο σημείο εφαρμογής υπάρχει μόλυνση ή φλεγμονή. Τέλος, η λήψη κάποιων φαρμάκων, όπως αμινογλυκοσίδες, κινίνη ή αποκλειστές διαύλων ασβεστίου, μπορεί να αυξήσει τη δράση του μπότοξ στον οργανισμό και γι’ αυτό θα πρέπει να αποφεύγεται η χορήγηση του σε ασθενείς που τα λαμβάνουν.

Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να προηγηθεί η λήψη ιστορικού από τον γιατρό, ώστε να δημιουργηθεί ένα εξατομικευμένο πλάνο θεραπείας.

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Βασιλική Παπαχριστοδούλου