Ένα χρόνο μετά το πρώτο καταγεγραμμένο περιστατικό λοίμωξης από τον ιό SARS-CoV-2 περισσότερα από 104 εκατομμύρια κρούσματα έχουν καταγραφεί παγκοσμίως.
Κατά τη διάρκεια αυτού του χρόνου, οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει αλλαγές στο γονιδίωμα του ιού μέσα από την ανάλυση θετικών δειγμάτων που συλλέχθηκαν είτε για επιδημιολογική επιτήρηση είτε για διαγνωστικούς σκοπούς. Οι αλλαγές αυτές στο γονιδίωμα του ιού ονομάζονται μεταλλάξεις. Οι μεταλλάξεις εντοπίζονται μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται γονιδιωματική ανάλυση, κατά τη διάρκεια της οποίας εξετάζεται το RNA του ιού και η αλληλουχία του συγκρίνεται με την πρωτότυπη αλληλουχία στην βάση δεδομένων. Αυτό μας βοηθάει να κατανοήσουμε πως ο ιός εξελίσσεται και αλλάζει σε βάθος χρόνου.
Κάποιες από τις μεταλλάξεις δεν έχουν καμία επίδραση στον ιό, ενώ άλλες «εξασθενούν» τον ιό, καθιστώντας τον λιγότερο μεταδοτικό και έτσι εξαφανίζονται γρήγορα από τον πληθυσμό. Όμως, υπάρχουν και μεταλλάξεις που αυξάνουν την μεταδοτικότητα του ιού. Ως μέρος της ανοσιακής απάντησης, ο ανθρώπινος οργανισμός παράγει μια ποικιλία αντισωμάτων που το καθένα συνδέεται σε ένα μικρό τμήμα της πρωτεΐνης του ιού. Αν ο ιός μεταλλαχθεί, η πρωτεΐνη του μπορεί να αλλάξει τόσο ώστε τα αντισώματα να μην μπορούν πλέον να συνδεθούν σε αυτήν και να εμποδίσουν την εξάπλωση του ιού.
Οι μεταλλάξεις οι οποίες βοηθούν τον ιό να παρακάμψει την άμυνα του οργανισμού, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να μεταδοθούν από τον έναν στον άλλον και να εξαπλωθούν σε έναν πληθυσμό. Για παράδειγμα, η Νοτιοαφρικανική μετάλλαξη καθιστά τον ιό περισσότερο ανθεκτικό στα αντισώματα που αναπτύσσει ο οργανισμός ως απάντηση στο εμβόλιο.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο ιός θα συνεχίσει να εμφανίζει μεταλλάξεις. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι αν κάποιος έχει αντισώματα λόγω εμβολιασμού ή προηγούμενης λοίμωξης, τότε οποιαδήποτε μετάλλαξη βοηθάει τον ιό να παρακάμψει αυτά τα αντισώματα θα βοηθήσει στην εξάπλωση του. Αν κάποιος έχει πολλά αντισώματα, τότε ο ιός είναι πιο πιθανό να καταστραφεί πριν μπορέσει να μεταλλαχθεί.
Το ανοσοποιητικό μας σύστημα δεν παράγει μόνο ένα είδος αντισωμάτων για να πολεμήσει έναν παθογόνο μικροοργανισμό, αλλά μια ποικιλία αντισωμάτων. Έτσι, είναι πιο δύσκολο για τον ιό να μεταλλαχθεί και να αποφύγει όλα τα αντισώματα. Η ανοσιακή απάντηση μετά από μία μόνο δόση των εμβολίων mRNA είναι πολύ μικρότερη απ’ ότι μετά από δύο δόσεις. Δεν γνωρίζουμε ακόμα αν το να κάνει κάποιος μία μόνο δόση απ’ αυτά τα εμβόλια (όπως είχε προταθεί προκειμένου να εξοικονομηθούν εμβόλια) οδηγεί στην παραγωγή αρκετής ποσότητας αντισωμάτων ώστε να ασκήσει πίεση στον ιό να μεταλλαχθεί, αλλά όχι αρκετής ποσότητας ώστε να μας παρέχει προστασία. Κάτι ακόμα που πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας είναι ότι η ανοσία εξασθενεί με την πάροδο του χρόνου και μαζί και η προστασία που παρέχουν τα εμβόλια, ακόμα και μετά από δύο δόσεις.
Υπάρχουν ζητήματα που είναι ακόμα υπό διερεύνηση, όπως το πόσο διαρκεί η ανοσία που αποκτάται μετά την έκθεση στον ιό και τι τίτλος (ποσότητα) αντισωμάτων απαιτείται για να επιτευχθεί επαρκής προστασία. Οι επιστήμονες επιπλέον ερευνούν πόσο μεταδοτικά είναι τα νέα στελέχη του ιού και κατά πόσο σχετίζονται με σοβαρότερη νόσο.
Τα καλά νέα είναι ότι όλα όσα μάθαμε για τον ιό τον τελευταίο χρόνο βοηθούν την επιστημονική κοινότητα να ανταποκριθεί στις τελευταίες εξελίξεις. Οι εταιρείες παραγωγής εμβολίων εξετάζουν τρόπους με τους οποίους μπορούν να τροποποιήσουν τα υπάρχοντα εμβόλια ώστε να είναι πιο αποτελεσματικά απέναντι στα νέα στελέχη του ιού.
Προς το παρόν, η χρήση μάσκας, η τήρηση των αποστάσεων και το πλύσιμο των χεριών μειώνουν την πιθανότητα μας να νοσήσουμε, ανεξάρτητα από το ποια στελέχη του ιού κυκλοφορούν.